γερμανικοί λαοί

γερμανικοί λαοί
Ινδοευρωπαϊκή εθνική ομάδα, στην οποία ανήκουν πολλές δεκάδες πληθυσμών, οι οποίοι αποσπάστηκαν κατά την εποχή του ορειχάλκου από τον αρχικό κορμό και εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη, από τον Ρήνο μέχρι τον Βιστούλα και τον Δούναβη. Τις πρώτες ιστορικές πληροφορίες βρίσκουμε στον Πυθέα τον Μασσαλιώτη (4ος αι. π.Χ.), αλλά το όνομα Γερμανοί (ίσως από το gehren = κάτοικοι των δασών ή μισθοφόροι) τους το έδωσαν οι Ρωμαίοι (Καπιτώλιοι χρονολογικοί πίνακες του 222 π.Χ.) και κατά την εποχή του Καίσαρα διαδόθηκε γενικά. Στον 2o αι. π.Χ. μερικές φυλές εισέβαλαν στη Γαλατία και γύρω στο 120 π.Χ. μετακινήθηκαν από τα βόρεια οι Κίμβροι, οι Τεύτονες και οι Άμβρωνες, τους οποίους όμως κατατρόπωσε ο Μάριος (102-101 π.Χ.). Το 70 π.Χ., οι Σουήβοι του Αριοβίστου έσπευσαν σε βοήθεια των Σηκουανών, με σκοπό να κατακτήσουν ολόκληρη τη Γαλατία, αλλά τους αναχαίτισε ο Καίσαρας (58-53 π.Χ.). Η μεταναστευτική δραστηριότητα μετέβαλλε συνεχώς την εθνογραφία των λαών αυτών. Την εποχή όμως του Τάκιτου, δυτικά του Ρήνου εγκαταστάθηκαν οι Ούβιοι, που απωθήθηκαν από τον Καίσαρα, στα νότια οι Ελβετοί, ενώ ανατολικά ήταν οι Φρείσιοι, οι Ουσιπέτες και οι Χάτοι, οι Άγροι, οι Δεκουμάτοι, μεταξύ του Ρήνου και του Έλβα οι Σουήβοι, οι Κίμβροι, οι Λογγοβάρδοι, οι Χηρούσκοι, μεταξύ του Έλβα και του Όντερ οι Σένωνες, οι Μαρκομάννοι και οι Κουάδοι και μεταξύ του Όντερ και του Βιστούλα οι Γότθοι, οι Βανδήλοι και οι Λύγιοι. Οι πληροφορίες πριν από τον Μεσαίωνα έχουν δοθεί από τον Καίσαρα στο Περί γαλατικού πολέμου (De Bello Gallico) και από τον Τάκιτο στο βιβλίο του Γερμανία (Germania)· κάνουν λόγο για μία κοινωνία που την αποτελούσαν ελεύθεροι, ημιελεύθεροι, απελεύθεροι και δούλοι, οργανωμένη σε οικογένειες και ομάδες οικογενειών που είχαν χαρακτήρα πολιτικό-στρατιωτικό. Δεν ήξεραν την ατομική ιδιοκτησία της γης, η οποία ανήκε στην κοινότητα και την παραχωρούσαν για έναν χρόνο ή και περισσότερο στις διάφορες οικογένειες για καλλιέργεια. Την εξουσία ασκούσε η συνέλευση των ελεύθερων αντρών, ενώ οι βασιλιάδες, με πολεμικές μόνο εξουσίες, εκλέγονταν μεταξύ των ευγενών. Ο βαθμός πολιτισμού όμως των διαφόρων φυλών ήταν διαφορετικός: οι Λογγοβάρδοι και οι Ερούλοι, για παράδειγμα, ήταν ασφαλώς οι λιγότερο ανεπτυγμένοι πολιτισμικά (η τρομερή επιδρομή των Ερούλων το 267 μ.Χ. εναντίον της Αθήνας συμπίπτει με το τέλος του αρχαίου κόσμου· μόνο η Ακρόπολη γλίτωσε την καταστροφή και ελάχιστα κτίρια, όπως ο ναός του Ηφαίστου, το λεγόμενο Θησείο). Σε αυτούς επικρατούσε το εθιμικό δίκαιο, αλλά η απειθαρχία και η γενναιότητα ήταν τα χαρακτηριστικά των λαών αυτών, οι οποίοι εξαιτίας του φιλοπόλεμου πνεύματος, της τάσης προς την ατομική ελευθερία και των αχαλίνωτων ενστίκτων τους δεν κατόρθωσαν ποτέ να πετύχουν μία εθνική πολιτική ενότητα ούτε επιτύχουν να δημιουργήσουν μόνιμα πολιτικά σχήματα. Δίκαιο. Η νομική και πολιτική οργάνωση των γ.λ. παρουσιάζει ειδικούς χαρακτήρες, που προσδιορίζονται κυρίως από τον καθυστερημένο σχηματισμό κρατικών θεσμών και τη μακρά επιβίωση θεσμών της κοινωνίας των γενών. Με αυτόν τον τρόπο διατηρήθηκαν σε ισχύ για μεγάλο χρονικό διάστημα νομικές και πολιτικές διαρθρώσεις που συνδέονται με την πατριαρχική οργάνωση της οικογένειας, την ουσιαστικά στρατιωτική φύση των ενώσεων των γενών και τον κοινοτικό χαρακτήρα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Ήδη ο Τάκιτος αναφέρεται στην πρωτότυπη οργάνωση των γερμανικών γενών, επιβεβαιώνοντας τη μαρτυρία του Καίσαρα. Η οικογένεια διαδραμάτιζε κεντρικό ρόλο και αποτελούσε έναν πραγματικά ανεξάρτητο πολιτικό πυρήνα. Ο τερματισμός της νομαδικής ζωής και η μόνιμη εγκατάσταση σε έναν τόπο έδωσαν ασφαλώς μεγαλύτερη σταθερότητα στην ομάδα που στηριζόταν στη συγγένεια (sippe), ενώ οι ανάγκες κοινής άμυνας τη διεύρυναν και τη σταθεροποίησαν στα πλαίσια μιας πρώτης εδαφικής πολιτικής οργάνωσης (gau, χωριό όπου κατοικούσαν εκατό οικογένειες). Τα όργανα της πολιτικής κοινότητας ήταν πολύ απλά και προσαρμοσμένα στον τύπο της φυλετικής-στρατιωτικής δημοκρατίας. Το κυριότερο όργανο ήταν η συνέλευση των ελεύθερων ατόμων που μπορούσαν να οπλοφορούν (αριμάνοι). Αυτή εξέλεγε τον αρχηγό, τον οποίο επικουρούσαν στις περιορισμένες άλλωστε αρμοδιότητές του άλλα ηλικιωμένα άτομα. Στην αρχή εκλέγονταν αυτοί που κατάγονταν από τον αρχαίο γενάρχη και με αυτό τον τρόπο επικυρωνόταν η ύπαρξη μιας κατηγορίας ευγενών του αίματος. Η εντατικοποίηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων μετατόπισε την εκλογή σε πιο ικανούς πολεμιστές που περιστοιχίζονταν από μία ομάδα εμπίστων. Η στρατιωτική αυτή αριστοκρατία επεδίωξε αργότερα να διατηρηθεί, χωρίς όμως να καταργήσει τη συλλογική άσκηση της εξουσίας από μέρους της συνέλευσης, η οποία διατηρούσε κυρίως δικαστικές αρμοδιότητες. Ο ίδιος ο Λογγοβάρδος βασιλιάς δεν είχε αρχικά ισόβια εξουσία, αλλά την απέκτησε μόνο ύστερα από μία σειρά νίκες εναντίον των Ρωμαίων, που σταθεροποίησαν την ισχύ και το κύρος του. Επίσης με την κληρονομική μοναρχία η συνέλευση των Λογγοβαρδών (gairethinx) διατήρησε πολλές δικαστικές και νομοθετικές αρμοδιότητες. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά παρουσιάζουν επίσης οι θεσμοί του γερμανικού ιδιωτικού δικαίου, από το οποίο απουσιάζουν οι μεθοδικές διερευνήσεις του ρωμαϊκού δικαίου. Η δικαιοπρακτική ικανότητα του προσώπου συνδεόταν στενά όχι μόνο με την ιδιότητά του ως ελεύθερου ατόμου, αλλά και με την ικανότητά του να οπλοφορεί (έτσι εξηγείται η έλλειψη θεσμών, όπως της αντιπροσώπευσης και της κηδεμονίας των ανηλίκων). Η γυναίκα υπαγόταν στην απόλυτη εξουσία (mundium = προστασία) του προστάτη της (mundoaldus) και ο γάμος έμοιαζε πολύ με αγοραπωλησία (διαφορετικό ήταν, για παράδειγμα, το τίμημα της χήρας από το τίμημα της παρθένας). Πολύ σκληρή ήταν η τύχη του δούλου και του αναπήρου (ο λεπρός έχανε τη δικαιοπρακτική του ικανότητα και ο γάμος του ήταν άκυρος). Η έννοια του νομικού προσώπου ήταν άγνωστη, εξαιτίας της δυσκολίας που εμφάνιζε το γερμανικό δίκαιο να διακρίνει το συλλογικό ον από τα ατομικά συμφέροντα. Άγνωστη ήταν επίσης η έννοια της διάθεσης της περιουσίας με διαθήκη, γιατί η διάθεση της περιουσίας γινόταν με συλλογικά, πατριαρχικά κριτήρια. Άγνωστη, τέλος, υπήρξε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο γερμανικό δίκαιο η έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας, επειδή η απόλαυση των αγαθών είχε συνδεθεί με το γεγονός της πρόσδεσης στην οικογενειακή ομάδα ή στην πολιτική κοινότητα. Μόνο με την επίδραση του ρωμαϊκού δικαίου αναπτύχθηκε ο θεσμός της ατομικής ιδιοκτησίας (allodium), που προερχόταν είτε από κληρονομιά είτε από την προσωπική εργασία. Ο θεσμός της ατομικής ιδιοκτησίας αναπτύχθηκε στο περιθώριο του θεσμού της συλλογικής ιδιοκτησίας. Καθυστερημένα έγινε επίσης η διάκριση μεταξύ ιδιοκτησίας και νομής, επειδή η απόλαυση του αγαθού εξαρτιόταν αποκλειστικά από μία διαδικασία κτήσης (gewere). Στον τομέα των ενοχών κυριαρχούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα η ιδέα ότι μοναδική πηγή της ενοχής ήταν το αδίκημα. Επειδή η βασιλική εξουσία ήταν επιφορτισμένη με τη διατήρηση της ειρήνης μεταξύ των οικογενειακών ομάδων, κάθε δικαστική έριδα λάμβανε ποινικό χαρακτήρα. Το έγκλημα ταυτιζόταν με τη μορφή του ζημιογόνου γεγονότος και η ποινή μόνο με τη μορφή της επανόρθωσης της βλάβης, χωρίς σχεδόν να αποδίδεται σημασία στο στοιχείο της πρόθεσης. Από αυτό απέρρεε ο ιδιαίτερα ανταποδοτικός χαρακτήρας της ποινής, ιδιωτικής ή δημόσιας. Η ιδιωτική βεντέτα περιλάμβανε ολόκληρη την οικογένεια (faida)και η ευθύνη είχε κυρίως συλλογικό χαρακτήρα. Η δημόσια εξουσία υποβοηθούσε και κηδεμόνευε τον συμβιβασμό· έκανε επεμβάσεις καθορίζοντας τους κανόνες συμβιβασμού και επανόρθωσης στην περίπτωση της βεντέτας. Φρόντιζε επίσης για τη διατήρηση των ειρηνικών σχέσεων μεταξύ των διαδίκων που είχαν καθοριστεί με βάση τον συμβιβασμό, εισπράττοντας ανάλογο τίμημα (frithu). Επέβαλε επίσης περιοδικές απαγορεύσεις της βεντέτας στο όνομα του θεού (ανακωχή του θεού), αλλά και αληθινά ποινικά τιμολόγια, όπως ήταν οι τιμές αποζημίωσης για ανθρωποκτονία (guidrigild), που κυμαίνονταν ανάλογα με την ιδιότητα του ατόμου που είχε δολοφονηθεί. Για τα δημόσια αδικήματα ίσχυε η χρηματική ποινή του Ban, η οποία μπορούσε ενδεχομένως να μετατραπεί σε εξορία, ακρωτηριασμό ή άλλη σωματική ποινή. Τέλος, κατά τη δίκη, ο δικαστής διηύθυνε απλώς τη διαδικασία, ενώ η απόφαση ήταν θέμα των αντιπροσώπων του λαού. Τα αποδεικτικά μέσα δεν απέβλεπαν στο να υποβοηθήσουν τον σχηματισμό της δικαστικής πεποίθησης, αλλά να αποκαλύψουν τη θεϊκή κρίση και δεν αποτελούσαν συνεπώς ένα βάρος, αλλά ένα προνόμιο. Πολύ συνηθισμένη ήταν η λεγόμενη δικαστική μονομαχία και ο όρκος. Θρησκεία. Δεν μπορεί να γίνει λόγος για μία κοινή θρησκεία των γ.λ. Για τους προϊστορικούς χρόνους έχουμε ελάχιστα στοιχεία, γιατί εκτός από τα λατρευτικά αντικείμενα, που δεν μπορούν να μας πληροφορήσουν σχεδόν για τίποτα, υπάρχουν ελάχιστες απεικονίσεις μυθικών όντων και εκείνες είναι δύσκολο να ερμηνευτούν. Για τους ιστορικούς χρόνους οι αρχαιότερες πληροφορίες είναι αποσπασματικές και συχνά ελάχιστα αξιόπιστες, γιατί ερμηνεύονται στο πλαίσιο των ελληνορωμαϊκών θρησκευτικών σχημάτων, ενώ οι πιο πρόσφατες πηγές, μεταγενέστερες από τον προσηλυτισμό στον χριστιανισμό, αφορούν μόνο την επεξεργασμένη κυρίως σε ποιήματα μυθολογία, όπως η Έδδα της σκανδιναβικής φιλολογίας. Λίγες πληροφορίες, διαφορετικής προέλευσης και θρησκευτικής αξίας, έστω και αν έχουν συγχωνευτεί με τις λαϊκές παραδόσεις, τις οποίες ορισμένοι συγγραφείς δεν θεωρούν επιβιώσεις του αρχαίου γερμανικού παγανισμού, δεν αρκούν για να δώσουν το οργανικό πλαίσιο της πιθανής γερμανικής θρησκείας. Όσοι πάλι αποπειράθηκαν να την ανασυγκροτήσουν, πάντοτε όμως σε υποθετικές μορφές, αναγκάστηκαν να παραδεχτούν δύο τουλάχιστον διαφορετικές θρησκευτικές διαμορφώσεις: τη νότια της καθαυτό γερμανικής περιοχής και τη βόρεια (νoρδική) της σκανδιναβικής. Έτσι έχει διαπιστωθεί η πίστη σε διάφορες κατηγορίες πνευμάτων, με τις οποίες, εξαιτίας της κοινής συμπεριφοράς δαιμονιακού ή καταδιωκτικού χαρακτήρα, ανακατεύονται οι νεκροί, οι ψυχές των ζωντανών, που ενεργούν χωριστά από το σώμα (π.χ. το mahr ή η fylgia), τα τέρατα, όπως ο λυκάνθρωπος (werwolf), στον οποίο μεταμορφώνονται ανθρώπινα πλάσματα προσωρινά, ή και ανιμιστικά πνεύματα (μεταξύ των οποίων και οι ελφ), που βρίσκονται στα δάση, στις πηγές, στα βουνά κλπ. Οι ίδιοι οι νεκροί άλλωστε μπορούσαν μερικές φορές να μεταμορφωθούν σε φυτά ή ζώα του δάσους ή να κατοικούν στα νερά, ενώ σύμφωνα με μία πιο οργανική εσχατολογία ήταν πιθανόν οι νεκροί να κατέληγαν σε ένα υποχθόνιο ενδιαίτημα καλούμενο Hel (το όνομα αυτό είχε επίσης μία θεά των νεκρών). Διαφορετική τύχη επιφυλασσόταν στους ήρωες που έβρισκαν θέση στη Βαλχάλα, την ουράνια κατοικία του βασιλιά των θεών Οντίν. Ο ίδιος ο Οντίν, εξάλλου, οδηγούσε κατά τη διάρκεια των καταιγίδων το λεγόμενο άγριο κυνήγι, μία ορδή φαντασμάτων, μεταξύ των οποίων υπήρχαν οι νεκροί που είχαν πεθάνει με βίαιο τρόπο. Η ορδή αυτή προανήγγειλε πολέμους και συμφορές, αλλά μπορούσε επίσης και να είναι –γεγονός γνωστό στην ιστορική-θρησκευτική φαινομενολογία σχετικά με τους νεκρούς– σημείο ευημερίας. Ο κόσμος, που διακρίνεται σε μία ζώνη των θεών (Asgard), σε μία καθαρά ανθρώπινη (Midgard) και σε μία τρίτη περιθωριακή και άγρια, που κατοικείται από γίγαντες (Utgard), γεννήθηκε από την αρχέγονη άβυσσο, από τη συνάντηση του υγρού και σκοτεινού βόρειου βασιλείου (Niflheim, όπου υπήρχε και η Hel, η κατοικία των νεκρών) με το πύρινο και φωτεινό νότιο βασίλειο (Muspellseim). Ένας μύθος αναφέρει τη γέννηση μυθικών και θείων πλασμάτων, μεταξύ των οποίων και ο γίγαντας Ιμίρ, ο οποίος, αφού τον σκότωσαν οι θεοί και τον έριξαν στην αρχέγονη άβυσσο, έδωσε ύπαρξη στη Midgard (την ανθρώπινη περιοχή). Σπουδαίο στοιχείο της γερμανικής κοσμολογίας ήταν η θαυμαστή μελία (είδος πασχαλιάς) Yggdrasil, που βγήκε από τον άξονα της Γης και είχε τις ρίζες της στη Γη των ανθρώπων, των νεκρών και των γιγάντων, ενώ ο κορμός και η κορυφή της έφταναν ψηλά μέχρι τον ουρανό των θεών. Το σύμπαν αυτό, που οφείλει τη δημιουργία του στους θεούς, οι οποίοι έχουν καθορίσει τις θεμελιώδεις αρχές και μορφές του και αγωνίζονται κατά της αταξίας (τεράτων, γιγάντων κλπ.), θα καταστραφεί μία μέρα, όταν οι δυνάμεις του χάους θα εξαπολυθούν κατά των θεών και εκείνοι θα πεθάνουν σε έναν τελικό καταστρεπτικό αγώνα (το λεγόμενο λυκόφως των θεών). Δεν λείπουν οι υπαινιγμοί για μία αναγέννηση του κόσμου, στον οποίο θα εγκαθιδρυθεί ένα καλύτερο σύστημα ζωής. Οι γερμανικοί θεοί, σε αντίθεση προς τις θεότητες των πολυθεϊστικών θρησκειών, ήταν θνητοί. Η ασυνήθιστη αυτή αντίληψη αντικατόπτριζε μία ιδιαίτερη θεώρηση των πραγμάτων. Η πραγματικότητα δεν θεωρείται, όπως στις άλλες πολυθεϊστικές θρησκείες, μία τάξη αιώνιων σχημάτων που έχουν προσωποποιηθεί από αιώνιους θεούς, αλλά αντίθετα όλα φαίνονται ασταθή, προσωρινά, ρευστά, σχεδόν υποταγμένα στις φάσεις ενός συνεχούς πολέμου, που γνωρίζει βέβαια ανάπαυλες, αλλά όχι τελικές θετικές λύσεις. Οι ίδιοι θεοί ενεργούν κατά κάποιον συμβιβαστικό τρόπο με δύο διαφορετικές θείες μορφές, των Άζεν και των Βάνων, που στην ουσία είναι εχθρικές μεταξύ τους. Βασιλιάς των θεών είναι ο Ας Οντίν ή Βόταν. Ο Ντόναρ ή Θορ και ο Τιρ, άλλοι δύο Άζεν, και ο Βάνος Νιορδ, με τους γιους του Φρέιρ και Φρέιγια, είναι οι κυριότερες θεότητες της γερμανικής θρησκείας. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν ένα είδος πνεύματος του κακού, ο Λόκι, δημιουργός της αταξίας, και ένας υπέρμαχος της τάξης, ο λευκός Ας Χάιμνταλρ, εχθρός του Λόκι. Ο Μπάλντουρ, ο πιολευκός από τους Άζεν, είναι πλάσμα μάλλον μυθολογικό παρά θείο: είναι ο αθώος νεκρός της παράδοσης, ο οποίος είναι προορισμένος να βασιλεύσει στον αγαθό κόσμο που θα ακολουθήσει μετά την καταστροφή του σημερινού. Μεταξύ των πολυάριθμων μικρότερων θεοτήτων, άξιες μνείας είναι οι Νόρνες, που καθορίζουν το πεπρωμένο, και οι Βαλκυρίες, προστάτιδες των πολεμιστών. Υπάρχουν επίσης στοιχεία που δείχνουν τη λατρεία των προγόνων. Σχετικά με τις λατρευτικές εκδηλώσεις, ξέρουμε ότι γίνονταν αιματηρές θυσίες (έχουν διαπιστωθεί ανθρωποθυσίες), αιματηρές προσφορές και υπερβολική προσφυγή στη μαντική τέχνη. Υπήρχαν επίσης περιοδικές γιορτές, από τις οποίες έχουν διαπιστωθεί μία στην αρχή του χειμώνα, μία στα μέσα του χειμώνα και μία τρίτη στην αρχή του καλοκαιριού. Ο Τάκιτος βεβαιώνει ότι οι Γερμανοί δεν είχαν ναούς και είδωλα θεών. Στην πραγματικότητα όμως έχουμε πληροφορίες για την ύπαρξη ιερών και γνωρίζουμε αναπαραστάσεις θεοτήτων, αν και ούτε τα πρώτα ούτε οι δεύτερες μπορούν να θεωρηθούν κάτι παρόμοιο με τους ναούς και τα είδωλα του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Οι ιερείς, που σύμφωνα με μερικούς συγγραφείς αποτελούσαν χωριστή τάξη, ήταν ποιητές, νομοθέτες, δικαστές και κάτοχοι της σοφίας που υπήρχε στα ρουνικά κείμενα, μαγικά γραπτά που μόνο αυτοί ήξεραν την ιερατική τους αξία. Οι ιέρειες, που για την ύπαρξή τους υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες, ασχολούνταν με τη μαγεία και τη μαντεία. Αφιέρωμα στη Ναχαλένια, θεά της αφθονίας, που βρέθηκε στο Ντόμπουργκ της Ολλανδίας. Αντικείμενα χρονολογούμενα από την περίοδο που βρίσκονταν στη μεγαλύτερη λαμπρότητά τους? 1) επίχρυση καρφίτσα σε μορφή αετού με μάτι από αλμανδίνη? 2) καρφίτσα με χρυσές διακοσμήσεις στολισμένη με αλμανδίνη? 3) κλειδί για τις κασετίνες των κοσμημάτων? 4), 5) και 6) καρφίτσες που βρέθηκαν σε τάφους. Τα χαρακτηριστικά και το περιδέραιο αυτής της προτομής, που βρέθηκε στο Βέλσμπιλιχ, μαρτυρούν ότι αποδίδει μορφή Γερμανού. Προσωπείο ποτάμιας θεότητας που βρέθηκε στην Κολονία· για τους γερμανικούς λαούς οι θεότητες ήταν θνητές (φωτ. Gilardi). Ανάγλυφο στη στήλη του Αντώνιου, που βρίσκεται στη Ρώμη και στο οποίο απεικονίζονται οι στρατιώτες του Μάρκου Αυρήλιου να καταστρέφουν γερμανικό οικισμό, ίσως την πρωτεύουσα των Λογγοβαρδών. «Η Λίθος των συνόρων των Τευτόνων», την οποία τοποθετούσαν οι Ρωμαίοι για να καθορίζουν τα εδάφη των υποταγμένων φυλών (φωτ. Gilardi). ΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ ΛΑΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΙΑΣ (3ος μ.Χ αι.)

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • μεσαίωνας — Ονομάζεται γενικά Μ. η περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ορίζεται από την κατάλυση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (476) και την ανακάλυψη της Αμερικής (1492). Σχετικά με τη χρονολογική οροθέτηση του Μ. έχουν υποστηριχθεί και άλλες απόψεις …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

  • Αγγλοσάξονες — Φυλή αποτελούμενη από τους Άγγλους, τους Σάξονες και τους Γιούτους. Προερχόμενοι από τη βόρεια Γερμανία, εγκαταστάθηκαν με συνεχείς μεταναστεύσεις τον 5o και 6o αι. μ.Χ. στη Βρετανία και έδωσαν τη σφραγίδα τους στην αγγλική γλώσσα και φιλολογία… …   Dictionary of Greek

  • Άγροι — Γερμανική φυλή. Βλ. λ. γερμανικοί λαοί …   Dictionary of Greek

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”